Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

Παιδική Ηλικία Part IΙI


Γυμνάσιο, απαίσια λέξη. Παραπέμπει σε γυμνό και άλλες τέτοιες ανηθικότητες. Δεν είναι τυχαίο ότι όλα τα έκτροπα γίνονται στα Γυμνάσια. Για Δημοτικά και Λύκεια ποτέ δεν ακούστηκε κάτι. Σε συνδιασμό με τον ψευτοπουριτανισμό που επικρατεί στη χώρα, λογικό είναι 9 στους 10 Έλληνες να έχουν διαταραγμένα γυμνασιακά χρόνια, και ας μην το παραδέχετε κανένας.

Φοίτησα στο ξακουστό 4ο Γυμνάσιο Ν. Ηρακλείου, πρότυπο σχολείο σε πολλά θέματα με διακρίσεις σε αθλητικό, πνευματικό και καλλιτεχνικό επίπεδο. Τα γυμνασιακά μου χρόνια, ήταν καθαρά 90s τα οποία χαρακτήριζοταν από την λυσσασμένη επιμονή των γονέων για άριστους μαθητές και μετέπειτα επαγγελματίες (… που να ήξεραν), την έξαρση της οργανωμένης εφηβικής αλητείας (συμμορίες, αλυσίδες, πέτσινα και άλλες αμερικανιές), το Beverly Hills και μία κουλτούρα μετάβασης από την σχολική ελληνοβλαχιά στην ντεμέκ ευρωπαική εκπαίδευση. Με εξαίρεση την αηδία σειρά Beverly Hills, που έβλεπαν οι no life έφηβοι της εποχής, όλα τα παραπάνω μου άρεσαν.

Στα Γυμνασιακά χρόνια, αντιλαμβάνεσε ότι αποχτάς πραγματικές ευθύνες. Μεγαλώνει το σώμα σου, ο εγκέφαλος λειτουργεί πιο έντονα, πρωτόγνορα συναισθήματα κάνουν την εμφανισή τους, και υπάρχει διαφορετική συμπεριφορά από γονείς και γενικότερα από τους μεγαλύτερους. Μία πολύ σημαντική διαπίστωση στη 1η Γυμνασίου, ήταν ότι ένιωσα πραγματικά ανεξάρτητα. Συνειδητοποίησα ότι οι γονείς μου δεν έχουν κάνει τίποτε σημαντικό στη ζωή τους, πέρα από το να με γεννήσουν, οπότε αφού έκαναν το χρέος τους με ανέθρεψαν και έφτασα στο Γυμνασίο, ήρθε η ώρα να πάρω τη σκυτάλη και να βγω στο προσκήνιο. Στην ουσία τους έιπα (με τον τρόπο μου πάντα), “Watch and learn”. Θεωρώ ότι κάθε ενήλικος που γεννά ένα άξιο τέκνο, με το που φθάνει στην εφηβεία – Γυμνασίο – ο ίδιος αποσύρετε και απλά γίνετε θιασώτης της ζωής του παιδιού.

Δεν άργησα να εμπεδώσω το παραπάνω, η ευκαιρία μου δόθηκε στο πρώτο κάλεσμα καθηγητών – γονέων για τις επιδόσεις των μαθητών στους πρώτους μήνες. Δεν υπήρχε περίπτωση να ανεχτώ αξιολόγηση από κάθε τυχάρπαστο καθηγητή, απόφοιτο ενός τυχάρπαστου ελληνικού εκπαιδευτικού ιδρύματος, παρουσία του τυχάρπαστου γονιού μου. Σε σοβαρές χώρες, οι μαθητές αξιολογούν τον καθηγητή, με διάφορους μηχανισμούς ώστε να διατηρούν ένα σοβαρό επίπεδο εκπαίδευσης. Δεν κατανόησα γιατί ο δάσκαλος έπρεπε να παίρνει το ρόλο του ρουφιάνου καταδότη στον γονέα, ο οποίος μετά αναλάμβανε τον ρόλο του τιμωρού. Ευτυχώς δεν είχα τέτοια θέματα, αφού φρόντισα να επιβληθώ σε γονείς και καθηγητές με τον τρόπο μου.

Στο Γυμνάσιο διδαχθήκαμε όμορφα πράγματα, είχε ωραία μαθήματα τα οποία πραγματικά αξίζαν τον χρόνο που καταναλώναμε στην πρωινή παράδοση και στη σπιτική μελέτη. Μου άρεσε η γνώση και η απορρόφηση αυτής με ικανοποιούσε. Τα μαθηματικά με την ενσωματωμένη γεωμετρία, η πρώτη επαφή με τη φυσική και τη χημεία, τα νεοελληνικά κείμενα με τα αριστερά επαναστατικά ποιήματα, η πιο περίπλοκη ιστορία που έπαυε πλέον να μοιάζει με παραμύθι, η ανθρωπολογία (personal favorite), και η παραφωνία της έκθεσης. Η έκθεση δεν είναι μάθημα, είναι φαρσοκωμοδία. Είναι κατάλοιπο της χουντικής οπισθοδρομικής Ελλάδας του 60. Μία απόπειρα έκθεση προκαλεί ψυχικά τραύματα και επιπλοκές που θα ακολουθούν το παιδί σε ολόκληρη τη ζωή του. Και όλα αυτά, γιατί οι πανέξυπνοι φιλόλογοι της χώρας μας δεν έχουν ακόμη συλλάβει το αυτονόητο. Δεν υπάρχει γραπτός λόγος. Ο λόγος είναι πάντα προφορικός. Απλά, υπάρχουν οι στιγμές που ο προφορικός λόγος αποτυπώνεται στο χαρτί. Έγραψα ελάχιστες εκθέσεις, οι οποίες πάντα ήταν συνοπτικότατες, και αυτές με το ζόρι. Η έκθεση ήταν το μάθημα που μου δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα, στο μεγάλο στόχο που είχα και στις 3 τάξεις του Γυμνασίου. Το Απουσιολόγιο.

Το Ελληνικό Υπουργείο Παιδείας πρέπει να λάβει παγκόσμια αναγνώριση για την πανέξυπνη πατέντα, να ανταμοίβει τον καλύτερο βαθμολογικά μαθητή, με την εξουσία να ελέγχει και συντονίζει τις απουσίες των συμμαθητών του. Ήμουν απουσιολόγος στην 2η και 3η τάξη του Γυμνασίου και παραδέχομαι ότι χρησιμοποίησα και αθέμιτα μέσα για να το πετύχω αυτό. Ήξερα ποιες είναι οι τρεις αντίπαλοι μου – διεκδηκήτριες. Φίλοι μου να στοχεύουν με laser (η μεγάλη ανακάλυψη της εποχής) κατά τη διάρκεια του μαθήματος (ώστε να αποσπάται η προσοχή τους). Το σύστημα αυτό δεν ήταν πολύ αποδοτικό σε αντίθεση με την φοβερή μου ιδέα που ακολουθεί. Λάμβαναν ερωτικά ραβασάκια από αγνώστους (εγώ τα έγραφα όλα) ώστε να αρχίσουν να ασχολούνται με ρομαντισμούς και όχι τα μαθήματα. Μπορώ να πω ότι το συγκεκριμένο δούλεψε αρκετά, αφού τα κορίτσια στα γυμνασιακά χρόνια, είναι πολύ επιρεπή σε έρωτες και αηδίες, αντί να προσηλώνονται πως θα βγουν πρώτες να γίνουν απουσιολόγες και να βασανίζουν τους συμμαθητές τους. Η ψυχολογική βία επίσης βοήθησε αρκετά για να πετύχω το σκοπό μου. Σε πιθανό στραβοπάτημα κάποιας αντιπάλου μου (π.χ. σε κάποιο διαγώνισμα), φρόντιζα να το διαλαλήσω και να δημιουργήσω πανικό χλευασμού. Έπρεπε να περάσω το μήνυμα, ‘απουσιολόγος δεν γίνετε ο καλύτερος, αλλά ο πιο ικανός’.

Τελικά τα κατάφερα και για 2 χρόνια, κρατούσα το προσωπικό μου Holy Grail κάθε πρωί. Έκανα ότι ήθελα, δεν έκρυβα ποτέ απουσίες γιατί έπρεπε να διατηρήσω τη φήμη μου, έβαζα απουσίες σε παρούσες μαθήτριες που μου έσπαγαν τα νεύρα με το ηλίθιο στυλ τους, και βέβαια έκρυβα προσωπικές απουσίες, όταν έκανα σκασιαρχείο σε περίπτωση εθνικών εορτών και άλλων τέτοιων ανούσιων εκδηλώσεων. Με λίγα λόγια, εντρύφησα στο Ελληνικό φαινόμενο που ονομάζεται ‘Κατάχρηση Εξουσίας’. Ανώδυνα τουλάχιστον αφού ποτέ συμμαθητής μου δεν έμεινε στην ίδια τάξη από απουσίες, και πέρα από προσωπικούς τσακωμούς με κάτι καθηγητές και κάποιες συμμαθήτριες σούργελα (η μία μάλιστα έγινε αργότερα Miss Young), πέρασα 2 υπέροχα χρόνια από το πόστο αυτό.

Στο Γυμνάσιο είχα και τις πρώτες μου επαφές με το βρωμόξυλο. Υπήρχαν οι wannabe αλήτες, με αξεσουάρ αλυσίδες και πέτσινα, με τσιγάρο στο στόμα (όταν τους περίσσευαν από την τυρόπιτα) και μόνιμο μίσος για τους άριστους μαθητές (τα ‘φυτά’), τους καθως πρέπει μαθητές (συνήθως πλουσιόπαιδα φλώροι, ούτε εγώ τους γούσταρα), και τους σκράπες (τα περιθωρειοποιημένα ακοινώνητα παιδιά που συνήθως ήταν και σκράπες). Λόγω υψηλού αισθήματος δικαιοσύνης που πλυμμήριζε, κατά την ψυχολογία, το εσωτερικό μου υπερεγώ, επιδίωκα σε κάθε ευκαιρεία κλωτσομπουνίδια με τους αλήτες. Δεν θυμάμαι αν είχα φάει ή είχα ρίξει πιο πολύ ξύλο. Εκείνο που θυμάμαι ότι η πρώτη επαφή με γροθιά στο πρόσωπο είναι μεγάλη υπόθεση. Αντιλήφθηκα το αγνό μίσος που νιώθει ο άλλος, πράγμα που μπορεί αργότερα να αποτελέσει τροφή για προβληματισμό. Πέρα από την έξαψη που προσφέρει ένας καλός τσαμπουκάς – σκοτωμός, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι κλωτσιές από εκείνες τις άθλιες αρβύλες του Dr. Martin, πονούσαν αρκετά.

Στο Γυμνάσιο, αν και εκδηλώθηκαν οι πρώτες σοβαρές διαθέσεις έλξεως από το αντίθετο φύλλο, έμεινα πιστός σε αυτό που όριζε η συνειδησή μου, ότι μία τέτοια δημόσια παραδοχή, θα αποτελούσε ψεγάδι στην εικόνα που είχα για τον εαυτό μου. Δεν θα υποτασσόμουν στα πρωτόγονα, αδιευκρύνιστα και δίχως σκοπό και νόημα συναισθήματα, επειδή μου το υποδείκνυε το σώμα μου. Το πνεύμα μου κυριαρχούσε, διατηρώντας τις αξίες μου σε σωστή προτεραιότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου